Μία νέα επιστημονική έρευνα, η οποία μπορεί να αποδειχτεί ιστορικό ορόσημο για την αντιμετώπιση των τραγικών συνεπειών που έχει για τον ανθρώπινο οργανισμό το έμφραγμα ή το εγκεφαλικό επεισόδιο, έρχεται να γεμίσει με αισιοδοξία τους επιστήμονες που κάνουν λόγο για μία σπουδαία πρόοδο. Αξίζει να σημειωθεί πως σημαντικό ρόλο στη νέα αυτή ανακάλυψη έπαιξαν Έλληνες επιστήμονες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ.
Όπως υποστηρίζει η επιστημονική έρευνα, πρόκειται για μία ένεση με αντισώματα που γίνεται σε ασθενείς μέσα σε διάστημα 12 ωρών μετά την εκδήλωση του εμφράγματος ή του εγκεφαλικού και που πιθανώς μπορεί να μειώσει σε μεγάλο βαθμό (πάνω από 60%) τις ζημιές που επιβαρύνουν μετέπειτα τον ανθρώπινο οργανισμό.
Το έμφραγμα ή το εγκεφαλικό έχουν ως αποτέλεσμα να διακοπεί η κυκλοφορία του αίματος που επιφέρει ο θρόμβος ή η αιμορραγία που δημιουργείται, στερώντας έτσι από τα όργανα του σώματος το αναγκαίο οξυγόνο αλλά και προκαλώντας ταυτόχρονα σοβαρές και ίσως θανατηφόρες βλάβες στον μυϊκό ιστό της καρδιάς και στα εγκεφαλικά κύτταρα. Η μεγαλύτερη και μακροπρόθεσμη βλάβη ωστόσο συμβαίνει αφού περάσουν 9 έως 12 ώρες, όπου η κυκλοφορία του αίματος επανέρχεται κανονικά. Τότε το αμυντικό σύστημα του οργανισμού, για κάποιον άγνωστο λόγο, επιτίθεται στα δικά του, ήδη στερημένα από οξυγόνο, κύτταρα δημιουργώντας μαζική φλεγμονή η οποία θεωρείται υπεύθυνη για πάνω από το 80% της μόνιμης βλάβης που αφήνει το επεισόδιο στον ασθενή, μειώνοντας δραματικά την ποιότητα ζωής αλλά και καταλήγοντας ενίοτε στον θάνατο.
Στην επταετή έρευνα συμμετείχαν επιστήμονες από διάφορες χώρες - από τη Βρετανία (πανεπιστήμια Λέστερ και King’s College Λονδίνου), την Αυστρία, τις ΗΠΑ (πανεπιστήμιο SUNY) και την Ιαπωνία (από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο της πολύπαθης Φουκουσίμα)- με την Ελληνική παρουσία- μέσω της ελληνοαμερικανικών συμφερόντων βιοφαρμακευτικής εταιρίας Omeros, με επικεφαλής τον καθηγητή ανοσολογίας Βίλχελμ Σβέμπλε του Τμήματος Καρδιαγγειακών Επιστημών του πανεπιστημίου του Λέστερ - να παίζει το δικό της σημαντικό ρόλο στις έρευνες. Η σχετική μελέτη δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση PNAS της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, με τους επιστήμονες να επιτυγχάνουν την ανάπτυξη ενός αντισώματος το οποίο περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη αυτοκαταστροφική αυτή συμπεριφορά του ανθρώπινου οργανισμού (δευτερογενή ζημιά).
«Δεν πιστεύαμε αυτό που βλέπαμε, ούτε οι καρδιολόγοι το πίστευαν. Είναι εντυπωσιακό ότι το φάρμακο μπορεί να δοθεί τόσο χρόνο μετά το επεισόδιο και όμως να είναι αποτελεσματικό. Ακόμα και το πιο αργό ασθενοφόρο στον κόσμο μπορεί να μεταφέρει κάποιον στο νοσοκομείο μέσα σε εννέα ώρες», δήλωσε ο Βίλχελμ Σβέμπλε, καθηγητής ανοσολογίας του Τμήματος Καρδιαγγειακών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Λέστερ και επικεφαλής της, χαρακτηρίζοντας την μελέτη ως «τη μεγαλύτερη πρόοδο που έχει ποτέ επιτευχθεί» στην αντιμετώπιση των εμφραγμάτων και των εγκεφαλικών.
Τα πειράματα που έχουν πραγματοποιηθεί σε ζώα έχουν σημειώσει μεγάλη επιτυχία δίνοντας πολλές ελπίδες να συμβεί κάτι ανάλογο και στους ανθρώπους. Μάλιστα, οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι η ίδια μέθοδος θα μπορεί να εφαρμοστεί στις μεταμοσχεύσεις οργάνων αλλά και σε οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση που θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των ιστών εξαιτίας της μικρής διακοπής της κυκλοφορίας του αίματος.
Μία αισιοδοξία που αναμένεται να επιβεβαιωθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια όπου και θα ξεκινήσουν οι πρώτες κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, στη μονάδα βιοϊατρικών ερευνών του νοσοκομείου Γκλένφιλντ του Λέστερ, σε συνεργασία με την εταιρία Omeros Corporation στο Σιάτλ.
Η εταιρία που διαθέτει τα αποκλειστικά παγκόσμια πνευματικά δικαιώματα για την πρωτεΐνη MASP-2, όλες τις σχετικές μεθόδους για θεραπείες μέσω αναστολής της δράσης της συγκεκριμένης πρωτεΐνης και όλα τα θεραπευτικά αντισώματα για αυτήν, ιδρύθηκε από τον Έλληνα Γρηγόρη Δημόπουλο, ο οποίος σπούδασε ιατρική σχολή στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνιας και σήμερα είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος. Αντιπρόεδρος και επιστημονικός υπεύθυνος της Omeros είναι ένας ακόμη Έλληνας επιστήμονας, ο Γιώργος Γαϊτανάρης, απόφοιτος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του πανεπιστημίου Κολούμπια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου